Είμαι η Ελένη και όταν έχω χρόνο, γράφω. Για ό,τι τύχει και ό,τι προκύψει. Προτιμώ το αλμυρό από το γλυκό, την bitter από τη γάλακτος και τους θετικούς ανθρώπους από τους γκρινιάρηδες. Αν με κάνεις να γελάσω και αν με πείσεις, με κέρδισες.

Με μια σύντομη έρευνα σε γυναίκες άλλων ηλικιών εντόπισα πολλές ακαμάτες. Νόμιζα πως η γενιά μου πρωτοστατεί, αλλά υπάρχουν κι άλλες, πολλές, και μεγαλύτερες και μικρότερες. Παρατήρησα ότι οι μεγαλύτερες είναι ακαμάτες αλλά συγχρόνως εξαιρετικές στο να το κρύβουν. Περνάνε στον περίγυρο για μεγάλες νοικοκυρές, ωστόσο έχουν βαρεθεί απίστευτα και εξελίσσονται σε κρυπτοακαμάτες ολκής. Μεγάλη τέχνη η συγκάλυψη της ακαματοσύνης πάντως.

Μ’ αυτά και μ’ αυτά αναρωτιέμαι πόσο πίσω πάνε οι ακαμάτες στην ιστορία. Η πεποίθησή μου είναι ότι η ακαμάτα χάνεται στα βάθη των αιώνων. Θα υπήρχαν και ακαμάτες στην αρχαιότητα, δεν μπορεί.

Ας πούμε, η Πηνελόπη. Είναι γνωστό ότι κάθε μέρα ύφαινε και κάθε βράδυ ξήλωνε το σάβανο του πεθερού της. Πού ξέρουμε ότι έγινε έτσι; Μήπως ήταν ακαμάτα; Μια ακαμάτα σαν κι εμάς; Μήπως δεν μπορούσε καθόλου να υφάνει στον αργαλειό;

Τον βαριόταν τον αργαλειό η Πηνελόπη, σίγουρα πράγματα. Καταρχάς, ήταν μια τεράστια κατασκευή στα διαμερίσματά της και την ενοχλούσε απίστευτα. Ήταν και σε σκοτεινό σημείο, αν καθόσουν να υφάνεις μετά από λίγο στραβωνόσουν από τα σκοτάδια. Ο Οδυσσέας της τον είχε κάνει δώρο στην πρώτη επέτειο (ας μην σχολιάσω). Τον είχε φτιάξει με τα χεράκια του ο πολυμήχανος για να την ευχαριστήσει, το είχε με τα ξυλουργικά, αλλά το σημείο που τον έστησε δεν ήταν καλό. Όταν έφυγε για τον πόλεμο, η Πηνελόπη τον έκανε κρεμάστρα, τη βόλευε. Πως κάνουμε εμείς στη σύγχρονη εποχή το ποδήλατο γυμναστικής κρεμάστρα ρούχων μόλις το βαρεθούμε; Έτσι κι αυτή. Κάποια στιγμή αποφάσισε να δοκιμάσει, αλλά δεν το ‘χε. Τον βαρέθηκε γρήγορα. Προσπάθησε να τον μετακινήσει σε πιο φωτεινό μέρος, αλλά κανείς δεν ήξερε να τον λύσει και να τον στήσει ξανά. Μόνο ο Οδυσσέας. Έτσι τον παράτησε, μέχρι που ο πεθερός της γέρασε και την παρακάλεσε να του υφάνει το σάβανο. Κρύος ιδρώτας την έλουσε. Δεν ήθελε να του χαλάσει χατίρι. Καθόταν στον αργαλειό και κοπάναγε το χτένι χωρίς να περνάει τη σαΐτα, γκάπα γκούπα, γκάπα γκούπα, γκάπα γκούπα. Μετά σκέπαζε τον αργαλειό με ένα μεγάλο σεντόνι για να μη βλέπει κανείς την πρόοδο της δουλειάς της. «Θα μου πάρει λίγο χρόνο παραπάνω, πεθερούλη, αλλά θα γίνει ποίημα». «Πού είναι η Βασίλισσα;», ρώταγαν οι μνηστήρες, «υφαίνει τώρα, δεν μπορεί να σας δει».

 Ως γνωστόν, η Ιστορία γράφεται πάντα από τον νικητή. Τα έπη επίσης. Είναι δυνατόν να έμενε στην ιστορία ως ακαμάτα; Και βέβαια όχι. Ο Όμηρος πήρε ένα μπαξίσι παραπάνω από τον Οδυσσέα να «διορθώσει» το στόρυ. «Κοίταξε, Όμηρε, με περίμενε τόσα χρόνια, μην γράψεις ότι δεν ξέρει να υφαίνει, ντροπής πράγματα, ολόκληρη βασίλισσα, δες το λίγο σε παρακαλώ». «Και τι να κάνω αφού ούτε είκοσι πόντους δεν έχει υφάνει, τα έμαθε όλη η Ιθάκη, την έκανε ρεζίλι αυτή η υπηρέτρια, τι θα πω, θα μας κράξουν». «Έλα τώρα, κάτι θα βρεις εσύ, τόσο ωραία τα έχεις γράψει, βόηθα λίγο στην υστεροφημία της». «Δεν γίνονται, Οδυσσέα, αυτά τα πράγματα, δεν μπορώ». «Σουλούπωσέ το κάπως και σε μια γενιά θα το έχουν ξεχάσει όλοι, θα ισχύει μόνο ό,τι έχεις γράψει εσύ». «Θα το κάνω, αλλά δεν νομίζω να πετύχει».

Ας δούμε τα γεγονότα παρακαλώ. Η Πηνελόπη υφαίνει το πρωί και το βράδυ ξηλώνει το σάβανο του Λαέρτη. Είναι μια έξυπνη δικαιολογία, με αυτόν τον τρόπο κερδίζει χρόνο και αποφεύγει να απαντήσει στους μνηστήρες και να διαλέξει έναν για άντρα. Έτσι νομίζετε εσείς. Επειδή σας το είπε ο Όμηρος. Χα! Δόξα στην πρώτη ακαμάτα, την Πηνελόπη και συγχαρητήρια στον Όμηρο που δημιούργησε την πρώτη κρυπτοακαμάτα.

#ροζδύναμη

Σχόλια

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *