Είμαι η Ελένη και όταν έχω χρόνο, γράφω. Για ό,τι τύχει και ό,τι προκύψει. Προτιμώ το αλμυρό από το γλυκό, την bitter από τη γάλακτος και τους θετικούς ανθρώπους από τους γκρινιάρηδες. Αν με κάνεις να γελάσω και αν με πείσεις, με κέρδισες.

Πριν από χρόνια και πριν αποκτήσω τα μικρά μου, συνάντησα μια μαμά που πάνω στην κουβέντα μας μου είπε αναφερόμενη στα παιδιά της τη φράση: “Τα παιδιά μας δεν είναι δικά μας”.

Σοκ. Πολλή «Σουηδία» μου φάνηκε τότε αυτό που είπε. Ναι, εντάξει, δεν θα είμαι καταπιεστική, αλλά … «τα παιδιά μας δεν είναι δικά μας». Και ποιανού είναι δηλαδή; Τί εννοούσε ακριβώς; Τί έλεγε; Δεν ήξερε για την Ελληνίδα μάνα; Την καρικατούρα που χρησιμοποιεί τις φράσεις «ζακέτα να πάρεις», «πού ήσουν;», «τι ώρα θα γυρίσεις;», «ξέρει η μαμά»;

Θεωρητικά, εγώ έπρεπε να ήμουν πιο ανοιχτή, γιατί έτσι ήμουν (και είμαι) συνήθως. Ήθελα να την καταλάβω, να την πιστέψω. Για την ακρίβεια, ένα μέρος μου ήθελε. Γιατί η υπόλοιπη Ελένη την καταδίκαζε. Δε συμφωνούσε. Ενώ ψυχανεμιζόμουν την ορθότητα στη φράση, οι οικογενειακές μου καταβολές και η νοοτροπία του «σωστού» μου φόρεσαν παρωπίδες και την έσβησα. Έβαλα Χ. Αντιστάθηκα στη μαμά και στη φράση. Αλλά…  μου έμεινε!

Γιατί εναντιωνόμουν; Γιατί ήμουν ακόμα παιδί. Κατά βάθος κάθε παιδί θέλει, όταν γίνει γονιός, να δικαιωθεί για αυτά που πέρασε το ίδιο. Να πάρει το αίμα του πίσω. Με κοντρόλαρε π.χ. πιεστικά η μαμά μου; Έτσι θα κάνω κι εγώ στο παιδί μου, να βγάλω το άχτι μου. Να δικαιωθώ επιτέλους. «Δικό μου είναι, ό,τι θέλω το κάνω». Ακούγεται και είναι εγωιστικό. Όμως είναι η αλήθεια. Από μέσα μας όλοι σκεφτόμαστε να το κάνουμε έτσι ή το κάνουμε υποσυνείδητα, μόλις γίνουμε γονείς.

Και μετά έκανα τα μικρά μου.

Και το κατάλαβα επιτέλους. Αποφάσισα ότι δεν θα τους κάνω αυτά που δεν μου άρεσαν. Αν το αναγνωρίσεις, μπορείς να σπάσεις την αλυσίδα. Όχι εύκολα. Κατά περιόδους επίπονα. Ίσως και ψυχοφθόρα.

Μέρα με τη μέρα το συνειδητοποιώ. Δικά μας τα παιδιά; Ναι, βεβαίως. Μέχρι τα δύο τους το πολύ. Βία δυόμιση. Μετά την πάτησες. Είναι του εαυτού τους. Τώρα πια βλέπω πόσο δίκιο είχε. Και πόσο πρέπει να σκέφτομαι συνέχεια ότι δε μου ανήκουν.

Τυχαία πέτυχα το παρακάτω ποίημα του Χαλίλ Γκιμπράν που τα λέει τόσο, μα τόσο καλύτερα από μένα. Διαβάστε το.

| Χαλίλ Γκιμπράν | 6 Ιανουαρίου 1883 – 10 Απριλίου 1931 |

Τα παιδιά δεν είναι δικά σας παιδιά.

Είναι οι γιοι και οι κόρες της λαχτάρας της ζωής για τον εαυτό της.

Έρχονται στον κόσμο μέσα από σας αλλά δεν προέρχονται από εσάς

και, παρότι είναι μαζί σας, δεν ανήκουν σε σας.

Mπορείτε να τους δώσετε την αγάπη σας όχι όμως τις σκέψεις σας.

Γιατί έχουν τις δικές τους σκέψεις.

Μπορείτε να στεγάσετε το σώμα τους όχι όμως την ψυχή τους.

Γιατί η ψυχή τους ζει στο σπίτι του αύριο που εσείς δεν μπορείτε να το επισκεφτείτε ούτε καν στα όνειρά σας.

Μπορείτε να πασχίσετε να τους μοιάσετε, μην προσπαθείτε όμως να τα κάνετε να σας μοιάσουν.

Γιατί η ζωή δεν πηγαίνει πίσω, ούτε μένει στο χτες.

Eίστε τα τόξα απ’ τα οποία τινάζονται σαν ζωντανές σαΐτες τα παιδιά σας.

Ο τοξότης βλέπει στόχο στη γραμμή του Απείρου και σας λυγίζει με τη δύναμή του,

ώστε οι σαΐτες του να φύγουν γοργά και να φτάσουν μακριά.

Δεχτείτε το λύγισμά σας στα χέρια του με χαρά.

Γιατί αυτός, όπως αγαπά τη σαΐτα που εκτοξεύεται,

αγαπά και το τόξο που είναι σταθερό.

Απόσπασμα από την ποιητική συλλογή “Ο Προφήτης” (στη φωτογραφία ο ποιητής σε νεαρή ηλικία)

#ροζδύναμη

Σχόλια

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *