Είμαι η Ελένη και όταν έχω χρόνο, γράφω. Για ό,τι τύχει και ό,τι προκύψει. Προτιμώ το αλμυρό από το γλυκό, την bitter από τη γάλακτος και τους θετικούς ανθρώπους από τους γκρινιάρηδες. Αν με κάνεις να γελάσω και αν με πείσεις, με κέρδισες.

Η Αγία Υπομονή

Μια φορά και έναν καιρό, σπούδαζα Γερμανική Φιλολογία. Όμως δεν έγινα ποτέ δασκάλα Γερμανικών. Θαυμάζω και εκτιμώ τους συμφοιτητές και τις συμφοιτήτριές μου που τελικά έγιναν εκπαιδευτικοί. Παραδέχομαι την αφοσίωσή τους και την καθημερινή προσπάθεια που κάνουν. Και πιο πολύ τους αναγνωρίζω την υπομονή. Θεωρώ ότι είναι το μεγαλύτερο προσόν τους και το απαραίτητο χαρακτηριστικό για να κάνουν καριέρα και να επιτύχουν. Εγώ δεν έγινα ποτέ δασκάλα γιατί θεώρησα τότε ότι δε θα έχω αρκετή υπομονή. Aισθανόμουν ότι η διδασκαλία ήταν κάτι το στατικό, βαρετό και χωρίς εναλλαγές. Επίσης, έζησα μια απίστευτη εμπειρία που με καθόρισε. Ή απλά ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και επιβεβαίωσε αυτό που ενδομύχως είχα ήδη αποφασίσει: ναι στις σπουδές, αλλά όχι στο επάγγελμα.

Ήταν σύνηθες, τω καιρώ εκείνω, οι φοιτήτριες και φοιτητές Γερμανικής να κάνουν ιδιαίτερα σε παιδάκια των πρώτων τάξεων του δημοτικού. Win-win κατάσταση για όλους, οι φοιτήτριες μαζεύαν χαρτζιλίκι και εμπειρία στα μαθήματα, χωρίς ευθύνες για διπλώματα Grundstufe, οι γονείς με πολύ μικρό κόστος κάνανε τη δουλειά τους.

Μια γνωστή, καθηγήτρια Γερμανικών, με ρώτησε αν ενδιαφέρομαι να κάνω μάθημα σε ένα παιδάκι (πρέπει να ήταν της δευτέρας δημοτικού) που έμενε στην Κάνιγγος. Δέχθηκα με χαρά, μεταξύ όλων των άλλων με βόλευαν και οι συγκοινωνίες. Κάπως έτσι άρχισα να συνδυάζω τις παραδόσεις στη σχολή και τα ιδιαίτερα μαθήματα. Ζωγράφου, Ακαδημίας, Κάνιγγος, Σίνα, Ομήρου, αυτή που περνάει, ήμουν -μεταξύ άλλων- κι εγώ.

(με υπόκρουση: https://youtu.be/_S6GIC6ot44?t=5

Ξεκινήσαμε τα μαθήματα και αμέσως παρατήρησα το εξής φαινόμενο. Όταν ήταν η μαμά του στο σπίτι, ο Γιωργάκης ήταν εξαιρετικά υπάκουος. Επρόκειτο για συμπεριφορά αγγέλου. Που, φυσιολογικά, ένα μοναχοπαίδι θα κάνει και τα χαϊδέματά του με τη μαμά σε αυτήν την ηλικία.

Μια μέρα η μαμά έλειπε. Ο μικρός άρχισε τις μαγκιές. Πρώτα άρχισε να ξύνει το μολύβι του πάνω στο βιβλίο. Μετά έπαιρνε τα ξύσματα και τα έτριβε πάνω στο βιβλίο μουτζουρώνοντας το. Αντίδραση εγώ καμιά. Τσαντίλα ο μικρός. Πήρε το καλοξυσμένο μολύβι και το κάρφωσε στο βιβλίο τρυπώντας το φύλλο και περιμένοντας να δει αντίδραση. Εγώ, γλυκούλα, «μην χαλάς το βιβλίο σου Γιωργάκη». Με τρία μικρότερα αδέρφια δε θα ψάρωνα εύκολα. Που πας, Καραμήτρο; (διόρθωση: Που πας Γιωργάκη;) Είδε και απόειδε ο Γιωργάκης και έβαλε τα μεγάλα μέσα. Όπως καθόταν δίπλα μου, στα αριστερά, ακουμπάει το χέρι του στον καρπό μου, αρχίζει να ανεβάζει το χέρι του στον πήχη και προχωράει στο μπράτσο. Ήταν Σεπτέμβριος, φoράγαμε ακόμα κοντομάνικα και ο μικρός σταματάει στην άκρη του μανικιού. Ατάραχη εγώ. Ούτε «μάζεψε το χεράκι Γιωργάκη», ούτε «τι κάνεις εκεί» … σα να μη συνέβαινε τίποτα. Ο Γιωργάκης ακάθεκτος λέει «θα την κάμψω, θα εκραγεί όπου να ‘ναι», χώνει το χέρι του μέσα από το μανίκι και συνεχίζει. Φτάνει στην τιράντα του σουτιέν, εγώ ich bin, du bist, er,sie,es ist, wir sind κλπ. Εκεί μάλλον, στην τιράντα, ο Γιωργάκης έφτασε σε μία δική του προσωπική κόκκινη γραμμή (ευτυχώς!) και τράβηξε το χέρι του πίσω.

Το ρολόι σήμανε την ώρα λήξης του μαθήματος, εγώ έδωσα Hausaufgaben, σωστή Φράου Ελένη και έφυγα.

Έχει και συνέχεια….

#ροζδύναμη

Σχόλια

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *