Είμαι η Ελένη και όταν έχω χρόνο, γράφω. Για ό,τι τύχει και ό,τι προκύψει. Προτιμώ το αλμυρό από το γλυκό, την bitter από τη γάλακτος και τους θετικούς ανθρώπους από τους γκρινιάρηδες. Αν με κάνεις να γελάσω και αν με πείσεις, με κέρδισες.

Πριν από χρόνια η ψυχίατρος Κιούμπλερ-Ρος, ειδικευμένη σε ασθενείς με ανίατες αρρώστιες, άρχισε να μελετά τα συναισθήματα αυτών των ασθενών και να τα καταγράφει ως τα πέντε στάδια του πένθους. Το μοντέλο αυτό έγινε ευρέως γνωστό και υιοθετήθηκε από πολλούς επιστήμονες. Με τα χρόνια μάλιστα έχει θεωρηθεί ότι αφορά όχι μόνο τους ετοιμοθάνατους, αλλά και τους οικείους τους. Γενικότερα αφορά όλους όσους βιώσουν την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου. Προσωπικά, έτσι το πρωτοάκουσα και το γνώρισα. Τα πέντε στάδια που περνάνε αυτοί που χάνουν ένα αγαπημένο τους πρόσωπο είναι 1) η άρνηση, 2) ο θυμός, 3) η διαπραγμάτευση, 4) η κατάθλιψη και 5) η αποδοχή.

Όλες αυτές τις μέρες που είμαστε στην καραντίνα για κάποιο λόγο ξαναθυμήθηκα έντονα αυτό το μοντέλο. Νομίζω ότι αυτά τα στάδια ταιριάζουν όχι μόνο στη διαχείριση του θανάτου, αλλά και στη διαχείριση της «απώλειας» που βιώνουμε τώρα. Ζούμε την απότομη αλλαγή στη ζωή μας και στην καθημερινότητά μας. Είναι άραγε ικανή αυτή η αλλαγή, είναι τόσο έντονη η καραντίνα ώστε να θεωρηθεί εφάμιλλη των αισθημάτων που έχει κανείς όταν αντιμετωπίζει το θάνατο; Με κίνδυνο να φανώ υπερβολική, θα πω ναι. Βλέπω γύρω μου ακριβώς αυτές τις συμπεριφορές. Και για να κυριολεκτήσω, τις βλέπω στους γύρω μου, τις ακούω στους συγγενείς και φίλους μου και τις διαβάζω στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Ας ξεκινήσω από την άρνηση. «Αποκλείεται, δεν μπορεί να συμβαίνει κάτι τέτοιο», «Μας κάνουν πλάκα», «Δεν θα γίνει τίποτα σε εμάς». Για μέρες αδυνατούσαμε να πιστέψουμε ότι ο ιός είναι ένα πραγματικό γεγονός. Αμφισβητούσαμε τους θανάτους στην Ιταλία. Δεν θεωρούσαμε ότι είναι αλήθεια όλα όσα διαβάζουμε. «Σιγά τον ιό! Μια γρίππη είναι!» Πόσες φορές τα άκουσα όλα αυτά! Η άρνηση συνοδευόταν και από ανυπομονησία. Μετά η άρνηση μεταμορφώθηκε στα πιο απίθανα σενάρια συνωμοσιολογίας. Σε άλλους συνοδευόταν από πλήρη αποστασιοποίηση, σα να μη καταλαβαίνουν ή να μη θέλουν να καταλάβουν τι συμβαίνει. Και συνέχιζαν να ζουν την προηγούμενη καθημερινότητα μην μπορώντας να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα ή στη νέα πληροφορία.

Ο θυμός επίσης απαραίτητο μπαχαρικό στην καραντίνα. Πόσο έχουμε βρίσει τους δημοσιογράφους; Πόσα ψέματα ήμασταν σίγουροι τις πρώτες μέρες ότι μας λένε; Πόσο θυμωμένοι ήμασταν μαζί τους; Πόσο θυμωμένοι είμαστε μεταξύ μας; «Ξέρεις ότι χάσαμε την προσωπική μας ελευθερία;;;; Ξέρεις ότι ζούμε Χούντα;;» (Λυπάμαι, δεν ξέρω, δεν είχα καν γεννηθεί στη χούντα.) Πόσος θυμός… και ειδικά πολύς θυμός στα κοινωνικά μέσα. Υπήρχε θυμός εκεί, το ξέραμε. Όμως ο τωρινός είναι αληθινός, βγάζει χολή και βγάζει πόνο. Είναι έντονος ψυχικός πόνος αυτό που βιώνουμε πολλοί και φαίνεται. Προσπαθούμε να βρούμε κάποιον να του ρίξουμε τις ευθύνες, να τον κατηγορήσουμε. Γινόμαστε εχθρικοί και επιθετικοί. Κυρίως έχουμε την αίσθηση της αδικίας. «Είναι άδικο αυτό που μου συμβαίνει!»

Διαπραγμάτευση. Εντάξει, στην διαπραγμάτευση γίνονται τα πιο ωραία. Επτά άνθρωποι, όλοι μαζί βόλτα στον Υμηττό: «μα καλά, δεν είμαστε ΕΜΕΙΣ μακριά ο ένας από τον άλλον;». «Όταν λέτε δύο μέτρα, τι, δεν είναι αυτό δύο μέτρα;;;» με απόσταση 50 πόντων στο σούπερ μάρκετ. «Δεν χρειάζομαι μάσκα, έχω μαντήλι». «Θα στείλω εγώ, κυρ αστυνόμε, μήνυμα για να πάω τα σκουπίδια στη γωνία;;» «Πόσες φορές τη μέρα μπορώ να βγω; Αν βγω σήμερα μία, μπορώ αύριο τρεις;» Υποσχόμαστε ότι αν αλλάξει αυτή η δύσκολη κατάσταση,  θα γίνουμε άλλοι άνθρωποι, πιο καλοί. Γιατί μας έχει ταρακουνήσει αυτό που ζούμε και επαναπροσδιορίζουμε καταστάσεις και συμπεριφορές. «να τελειώσει ο κορωνοϊός και εγώ θα ……».

Και φτάνουμε στην κατάθλιψη. Θεωρώ ότι είναι το πιο ύπουλο και το πιο δύσκολο στάδιο. Δεν εντοπίζεται εύκολα. Και δεν το αναγνωρίζουν ούτε οι κοντινοί. Βιώνουμε μια μοναξιά. Μια μοναξιά που συνεπικουρείται από την έλλειψη ανθρώπινης επαφής (πέραν των πολύ λίγων που είναι μαζί μας στο σπίτι). Και κυριολεκτικής επαφής: αγκαλιές, φιλιά, τρυφερότητα, χάδια. Όλα αυτά δεν υπάρχουν. Και στη θέση τους έχουμε διαταραχές. Αϋπνία, υπνηλία, τεμπελιά, κλάματα χωρίς (εμφανή) λόγο, αύξηση της όρεξης, νευρικότητα, αίσθημα θλίψης. Άλλοι κρύβουμε την κατάθλιψη στο χιούμορ, χωρίς μέτρο, φτάνοντας στα όρια του κορεσμού. Άλλοι προσπαθούμε να την ξορκίσουμε με διάφορα κόλπα. Δεν την πιστεύουμε ότι είναι εκεί, της κρυβόμαστε. Κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας. Δεν μπορούμε να συγκεντρωθούμε, δεν μπορούμε να εστιάσουμε, δεν έχουμε την πλήρη αντίληψη των πραγμάτων.

Εννοείται ότι τα στάδια δεν είναι ίδια σε όλους. Ούτε τα περνάμε όλοι με την ίδια σειρά, ούτε τα περνάμε όλοι όλα. Αλλά ο καθένας και η καθεμία κάτι έχει περάσει από αυτά σε μικρό ή μεγάλο βαθμό. Σε άλλους τα στάδια εναλλάσσονται. Είναι «ανάλογα με τις μέρες» μας, άλλοτε είμαστε καλά, άλλοτε όχι.  

Στην καραντίνα βγάζουν όλοι τον πραγματικό τους εαυτό, όπως και σε κάθε ακραία περίπτωση. Φαντάζομαι και εγώ είμαι ένας από αυτούς. Είμαστε έτοιμοι να το διορθώσουμε, αυτό που βλέπουμε λάθος; Το βλέπουμε άραγε (για να θέσω σωστά το ερώτημα); Μπορούμε να αποδεχτούμε όλα αυτά που βιώνουμε τώρα; Μπορούμε να τα πιστέψουμε πραγματικά; Να μας το αναγνωρίσουμε; Ναι, οκ, και μετά, τι; Μετά. Μετά να κλείσουμε τα θέματά μας, να τελειώνουμε με τους «ανοιχτούς λογαριασμούς». Να επαναπροσδιορίσουμε τη Ζωή και τη ζωή μας. Να αρχίσουμε νέα πράγματα.

Θεωρώ ότι αυτή θα είναι η αποδοχή.

#ροζδύναμη

Σχόλια

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *