δεύτερη γνωριμία με την Ινδονησία
Και τώρα, πάμε για το… καλό κομμάτι του ταξιδιού: Ιάβα. Με το φέρυ πέρασα από το λιμάνι Gilimanuk στο Ketapang, στην ανατολική Ιάβα. Εδώ το νησί είναι μουσουλμανικό κι αυτό φαίνεται στην αρχιτεκτονική, στα τζαμιά και τα ηχεία ανά ένα χιλιόμετρο, στον ενδυματολογικό κώδικα, φυσικά, και την έλλειψη στολισμού (μπενγιόρ) έξω από τα σπίτια με τις «ξιφολόγχες» από ξεραμένα φύλλα κοκοφοίνικα που έβλεπα παντού στο Μπαλί. Οι άνθρωποι που συνάντησα είναι ζεστοί αλλά μια απόσταση τη νιώθεις σε κάποια μέρη. Μάλιστα, και σε σούπερ μάρκετ και στον σιδηροδρομικό σταθμό της Σουραμπάγια αλλά και στο ξενοδοχείο (city hotel) στην Γιογκιακάρτα (Τζογκτζακάρτα) με αγριοκοίταξαν αρκετές γυναίκες επειδή φορούσα φόρεμα ή μπλουζάκι με τιράντα… Oh well.
Η πρώτη γνωριμία με την άγριας ομορφιάς και βλάστησης Ιάβα έγινε στο Καλιμπάρου, σε μια υπέροχη έκταση γεμάτη φυτείες, κήπους και τοπικά προϊόντα: καφές, ζάχαρη, κακάο, βανίλια, καρύδες, πιπέρι, μοσχοκάρυδο. Η Ινδονησία είναι πλούσια χώρα, τα έχει όλα. Αλλά, φυσικά, φτωχούς ανθρώπους που βγάζουν €250-€300 τον μήνα, με τον κατώτερο μισθό να κυμαίνεται στα €200. Εκτός κι αν εργάζονται στον τουρισμό. Κι ο μήνας τους έχει 35 μέρες, ε!
Την επομένη ξυπνήσαμε στη… 01:15 για να αναχωρήσουμε ελάχιστα αργότερα για το Παναντζακάν. Ανώμαλο έδαφος, δύσκολη διαδρομή με στροφιλίκια μέσα στο τζιπ, αγουροξυπνημένοι –ή άυπνοι εντελώς– φτάσαμε μπρος σε μια θάλασσα από τζιπάκια και μυριάδες τουρίστες από κάθε πιθανό μέρος της γης που ήρθαν για την ίδια τελετουργία: την ανατολή του ηλίου πάνω από το ενεργό ηφαίστειο Μπρόμο, η οποία ξεκίνησε στις 05:30. Το μπόνους μας; Αμέσως μετά, αντιστρέψαμε τη διαδρομή για να φτάσουμε στο ίδιο το ηφαίστειο, σε 2.300μ. υψόμετρο, ακριβώς απέναντί μας. Αυτό που έμοιαζε με λεία γη δεν ήταν άλλο από ηφαιστειακή γκρι στάχτη. Τα άλογα που σε πήγαιναν μέχρι τη βάση του κρατήρα σήκωναν τόση σκόνη που το όλο σκηνικό έμοιαζε σεληνιακό κι ήξερες καλά πως εδώ θα νιώθεις δέος. Ίππευσα κάνα 20λεπτο και στάθηκα να κοιτάζω τα –πάλι!– σκαλοπάτια που οδηγούν στην κορυφή, πάνω από το χείλος του κρατήρα. Τα ανέβηκα, κάνοντας δυο διαλείμματα κι εκεί πάνω, πια, έμεινα να κοιτάζω το στόμιο του ηφαιστείου που έβγαζε ολοένα και περισσότερο καπνό, βωβό, μπερδεμένο με θειάφι.
Και, γυρνώντας την πλάτη στον κρατήρα και κοιτάζοντας το πάρκο να ξεχύνεται ως κάτω, εδώ ένιωσα να βρίσκομαι ταυτόχρονα κάτω και πάνω από τα σύννεφα. Απίστευτο τοπίο…
Δεν γράφω ούτε περιγράφω όλους τους ναούς που επισκέφτηκα σε αυτό το ταξίδι μου. Ήταν τόσοι: Τάνα Λοτ, Ναός Ολούν Ντανού, Πραμπανάν και ο μεγαλύτερος βουδιστικός ναός του κόσμου με τις «μικρές» στούπες και τους Βούδες, το Μπορομπουντούρ… Κι άλλα πόσα σημεία ενδιαφέροντος. Μεστότατο ταξίδι. Κουραστικό πολύ. Δεν θα ξεχάσω την εμπειρία, με 15 λεπτά ύπνου μετά από 3 πτήσεις (δύο από Αθήνα), το ότι κατόρθωσα 1.200 σκαλοπάτια. Ακόμη δεν το πιστεύω. Επιστρέφοντας, Αθήνα, πέταξα με εσωτερική πτήση από Γιογκιακάρτα προς Τζακάρτα. Και μου έκανε απίστευτη εντύπωση το σχετικά μικρό αεροδρόμιο της Γιογκιακάρτα. Κουκλίστικο, μινιμάλ, με προσεγμένες λεπτομέρειες να τονίζουν την παράδοση και κουλτούρα της Ινδονησίας. Η δε πτήση με την Batik Air απλώς επιβεβαιώνει ότι οι μικρές αεροπορικές είναι εξαιρετικές. Κάθε φορά. Και το αεροδρόμιο του Μπαλί, επίσης χαριτωμένο. Αλλά της Γιογκιακάρτα, το κάτι άλλο. Θα ξαναερχόμουν ευχαρίστως.
Η Ιάβα είναι ένα τελείως διαφορετικό σκηνικό από το «στρωμένο» και συνηθισμένο στον τουρισμό Μπαλί, που σε μέγεθος είναι όσο η Ρόδος. Εδώ ακόμη και οι γεύσεις είναι διαφορετικές. Βρήκα άνοστα τα πιάτα, ειδικά σε σύγκριση με την πεντανόστιμη κουζίνα του Μπαλί. Επίσης, μου θύμισε έντονα Ινδία η Ιάβα. Έχει την αναρχία της, τα σκουπίδια της, τη μυρωδιά καμένου σε κάθε στροφή, τις κάστες…
Το ταξίδι άξιζε την προσπάθεια, αϋπνία, κι ενέργεια που έριξα. Ποιο ταξίδι δεν αξίζει άλλωστε την απόλυτη προσοχή. Για ακόμα μια φορά με συγκίνησαν οι άνθρωποι που, στα λίγα λεπτά που τους γνωρίζεις, θέλουν να σου δώσουν τον τόπο τους στην καλύτερη και πιο ζωντανή του μορφή.
Στα ταξίδια μας, λοιπόν. Είναι το οξυγόνο που μας έχει απομείνει.
Φοίβη.-
Γεια! Είμαι η Φοίβη Σιταρά, επαγγελματίας κειμενογράφος / δημοσιογράφος. Λατρεύω τις γάτες, τη Μουσική (goth, celtic, electro, classical), τη Σοκολάτα, τον Αφρώδη Οίνο, τις Μηχανές, τα HOGs (games). Με έλκουν οι άνθρωποι που ξέρουν να γελούν, να δίνουν, να ανοίγονται, να ψάχνονται.
Comments