Πίσω απο τις λέξεις, η Μαρία Γαΐδαρτζή, σύμβουλος γάμου, οικογένειας, συστημική ψυχοθεραπεύτρια &  κοινωνική λειτουργός.Follow us on fb:  "Ζωή & Συνεξέλιξη Κέντρο Ψυχοθεραπείας & Συμβουλευτικής. Μέσω της στήλης "Ψυχανεμίσματα" μοιραζόμαστε, αναλύουμε, προβληματιζόμαστε & φλερτάρουμε με πιθανές νέες λύσεις & επιλογές. Follow us on fb:  "Ζωή & Συνεξέλιξη Κέντρο Ψυχοθεραπείας & Συμβουλευτική.

Όταν ο άνθρωπός μου θα λείπει..

Καθημερινά ερχόμαστε σε επαφή με διάφορα είδη απώλειας τα οποία μπορεί να βιώνουμε ως μικρούς θανάτους. Η απώλεια και ότι ακολουθεί, εμφανίζεται με διάφορες αφορμές, με την μορφή χωρισμού, με την απώλεια μιας θέσης εργασίας, με τον θάνατο ενός αγαπημένου μας προσώπου, του αγαπημένου μας κατοικίδιου, με την απώλεια της υγείας μας και συνήθως συνοδεύεται από έντονο σωματικό και ψυχικό πόνο. Ειδικά  όμως όταν αναφερόμαστε στον θάνατο ενός αγαπημένου μας προσώπου, αναφερόμαστε σε μια επίπονη συναισθηματική διαδικασία η οποία μας βοηθάει να αποχωριστούμε εκείνον που πέθανε και να προσαρμοστούμε σε μια νέα πραγματικότητα, στα νέα δεδομένα.

Το πένθος λοιπόν, βάσει της οπτικής αυτής, είναι μια κατάσταση που είναι χρήσιμο στο να κατανοήσουμε σε μεγαλύτερο βάθος τον χάρτη της ζωής μας και τις διαδρομές που καλούμαστε να επιλέξουμε για να πορευτούμε. Μπορεί να γίνει μάλιστα και αφορμή για να δούμε, να ενισχύσουμε ή να αναθεωρήσουμε την πνευματική μας προσέγγιση.  Ως εκ τούτου, δεν αναφέρεται στον θάνατο και στην διαδρομή προς τον θάνατο, αλλά στη διαδρομή προς την ζωή.

Πέρα όμως από την εκλογίκευση η οποία βοηθάει να δώσουμε λογικές εξηγήσεις και ερμηνείες, είναι εξαιρετικής σημασίας και η συνδεσιμότητά της με τα συναισθήματα. Το βίωμα των συναισθημάτων και η παρατήρηση των σωματικών συμπτωμάτων που συμβαίνουν αυτή την ευαίσθητη περίοδο, για τους περισσότερους ανθρώπους τουλάχιστον, είναι καθοριστικής σημασίας στην διαχείριση του πένθους τους. Αυτό φυσικά υπονοεί πως δεν αντιδρούν, ούτε λειτουργούν όλοι οι άνθρωποι με τις ίδιες διαδικασίες και τα ίδια συναισθήματα. Έτσι, άλλοι άνθρωποι πενθούν σιωπηλά και επανέρχονται άμεσα σε καθημερινές δραστηριότητες αποδεχόμενοι το συμβάν πιο ομαλά χωρίς να εκφράζουν την θλίψη τους και άλλοι οι οποίοι χρειάζονται παραπάνω χρόνο για να ξεπεράσουν το σοκ και να ανακάμψουν.

Συχνά, στο πένθος συναντάμε και πολλά σωματικά συμπτώματα όπως είναι οι διαταραχές ύπνου, οι εφιάλτες – ειδικότερα στα παιδιά -, η μειωμένη συγκέντρωση, οι εκρήξεις θυμού, οι ταχυκαρδίες και τα κύρια συνωδά συναισθήματα είναι ο θυμός, η θλίψη και ο φόβος. Φυσικά, αν πρόκειται για ένα συμβάν το οποίο είναι αναπάντεχο, η κύρια αντίδραση σε αυτή την βίαιη εισβολή και απώλεια είναι το σοκ και το πένθος μια δευτερογενής κατάσταση.

Από τα παραπάνω συναισθήματα όμως, αυτό που μοιάζει να καταστρέφει την εμπιστοσύνη στον άνθρωπο και την υπαρξιακή πίστη του καθενός, είναι σαφώς ο φόβος. Ο φόβος ο οποίος όταν μας κατακλύζει, μας δυσκολεύει, μας ωθεί στην απόγνωση και συνηγορεί στο να απομακρυνθούμε από την εσωτερική μας φωνή και γαλήνη.

Σήμερα δεν είναι τυχαίο, πως δεν συνηθίζεται όσο παλαιότερα να συμμετέχουν τα παιδιά και οι νέοι στις διαδικασίες και στις τελετουργίες που ακολουθούν. Πλέον το φέρετρο κατά κύριο λόγο παραμένει κλειστό και ο θανών δεν παραμένει για ολονύκτιο μοιρολόι στο σπίτι του, όπως άλλοτε. Αποφεύγουμε το κλάμα, λαμβάνουμε φάρμακα που θα ρυθμίσουν το συναίσθημα ή καλύτερα θα το νεκρώσουν και γενικά στεκόμαστε απέναντι από τον θάνατο. Επίσης, στην προσπάθεια να προστατευτεί η ψυχική υγεία του παιδιού, πολλές φορές τα υπερπροστατεύουμε από κάτι άκρως φυσιολογικό, κρύβοντας την αλήθεια ή λέγοντας  στα παιδιά εκφράσεις όπως «έφυγε» και «κοιμήθηκε» ή «μη κλαις, δεν αλλάζει κάτι» που ούτε περιγράφουν την πραγματικότητα, ούτε βοηθάνε στην επαφή και στην έκφραση του συναισθήματος αλλά αντιθέτως δημιουργούν μια εσωτερική πίεση.

Ο θάνατος όμως αφορά ισότιμα και εκείνα. Τα βοηθάει στο να χτίσουν την δική τους φιλοσοφία ζωής, δίνοντάς τους ένα βαθύτερο νόημα και αξία στη ζωή. Λειτουργούμε δρώντας με φόβο για το άγνωστο και το ξένο, σαν ένα θέμα ¨μακριά από εμάς¨, ένα θέμα ταμπού, που η διαχείρισή του είναι έξω από εμάς και αφορά κάτι μακρινό.

Ουσιαστικά όμως, μιλώντας για τον θάνατο, μιλάμε για την ζωή. Την ζωή πριν και την ζωή μετά τον θάνατο του αγαπημένου μας ανθρώπου. Περιγράφουμε την φάση της διακοπής μιας σχέσης που είχαμε στο σήμερα και τις προσδοκίες, τις συνήθειες και τα σχέδια που πρέπει να τροποποιήσουμε στο σήμερα και στο μέλλον.   Και με δεδομένο πως οι σχέσεις είναι ένα σύστημα αλληλοεπηρεαζόμενο, μιλάμε για πολλές διαταράξεις ταυτόχρονα σε πολλές σχέσεις.

Ο άνθρωπος λοιπόν που μένει πίσω, καλείται να διαχειριστεί το πένθος, περνώντας από υγιείς ψυχικούς μηχανισμούς στην προσπάθειά του να το αποδεχθεί, να το κατανοήσει και να το νοηματοδοτήσει. Φυσικά, με δεδομένη την ατομικότητα του καθενός, δεν συνεπάγεται πως όλοι όσοι πενθούν θα βιώσουν υποχρεωτικά όλες τις φάσεις για να πιστοποιήσουν πως βγήκαν από την περίοδο πένθους ούτε είναι βέβαιο πως όλοι τους θα βιώσουν αυτά τα συναισθήματα με την ίδια ακριβώς σειρά ή ένταση. Συνήθως λοιπόν συναντάμε τις ακόλουθες φάσεις στην περίοδο πένθους, σε όλες τις απώλειες:

Αρχικά, προκειμένου να προστατευτεί ο οργανισμός από το ανεξέλεγκτο άγχος και να μειώσει την ένταση που βιώνει, παρουσιάζει άρνηση. «Πείτε μου πως είναι ψέματα» ή «δεν μπορεί να μου συμβαίνει αυτό», «δεν το πιστεύω», είναι συνήθεις εκφράσεις των ανθρώπων στην φάση αυτή οι οποίοι δεν μπορούν να σκεφτούν με ποιο τρόπο μπορούν να προχωρήσουν την ζωή τους. Ένα στάδιο που δίνει χρόνο για να μπορέσει να διαχειριστεί όλα όσα συμβαίνουν και επεξεργάζεται μόνο όσα μπορεί να αντέξει. Εδώ συνήθως οι άνθρωποι αποσύρονται επικοινωνιακά, και νιώθουν σα να ζούνε σε όνειρο και να υπνοβατούν. Φυσικά μπορεί να έχουμε ποικίλες αντιδράσεις. Άλλοι πενθούντες δεν θέλουν να πειράξουν τίποτα από τα πράγματα του εκλιπόντα, άλλοι νιώθουν καλύτερα κρατώντας αγαπημένα πράγματά τους, άλλοι νιώθουν πως θα τον ξαναδούν και άλλοι καταρρέουν. Στο στάδιο αυτό, έχουμε και την εμφάνιση των πρώτων σωματικών συμπτωμάτων όπως έλλειψη όρεξης, μια γενική αδυναμία, η απώλεια ύπνου και ο κλονισμός.  

Στην φάση αυτή, έχουμε την υπερίσχυση του θυμού. Ένα «γιατί» είναι αυτό που κυριαρχεί στη σκέψη, «γιατί Θεέ μου σε εμένα», «γιατί πληρώνω κάτι τόσο ακριβά», «γιατί με τιμωρείς», «γιατί έπαθα εγώ αυτό, δεν μου αξίζει..» κ.α. και νιώθει έντονα αδικημένος. Ο θυμός εδώ μοιάζει σαν να «ξυπνάει» τον πενθούντα, σαν να τον ενεργοποιεί, να του δίνει τον έλεγχο και πάλι για να ψάξει την αλήθεια για το ποιος ευθύνεται και είναι πιθανό να στρέψει την ευθύνη παντού. Στο στάδιο αυτό, ο άνθρωπος βιώνει μεγάλο πόνο λόγω της απώλειας και υπάρχει μεγάλη ένταση στα συναισθήματα. Μπορεί να εντοπίζουμε στις αντιδράσεις του λοιπόν μια υπερβολή, μια υπερδιέγερση, μια υπερένταση να μάθει, να ψάξει, να εξηγήσει,μια έντονη δύσπνοια, ξαφνικό άσπρισμα του τριχωτού της κεφαλής χωρίς να αποκλείονται και η απώλεια όρεξης, διάθεσης και ύπνου.

Στην διαπραγμάτευση μοιάζει να μην ενδιαφέρεται για το ποιος φταίει και παύει να ψάχνει το γιατί στους εξωτερικούς παράγοντες. Αντιθέτως, μοιάζει σα να κάνει ενδοσκόπηση. Αυτές οι σκέψεις συνήθως εμπεριέχουν ενοχές ή και τύψεις και αρχίζει έναν εσωτερικό διάλογο διαπραγμάτευσης. Ψάχνει τι δεν έκανε ο ίδιος καλά ή τι αν έκανε θα μπορούσε να αλλάξει το αποτέλεσμα και δίνει υποσχέσεις στον εαυτό του για αλλαγή σε όσα εντοπίζει ως σφάλματά του. Ψάχνει μια λύση που θα τον απαλλάξει από τον πόνο και μοιάζει σαν ένα «παζάρι» εξαγοράς λίγου χρόνου παραπάνω πριν από το συμβάν.

Μέσω αυτού του μηχανισμού, σταδιακά αρχίζει να αντιλαμβάνεται πως δεν μπορεί να κάνει κάτι ώστε να αναστρέψει το γεγονός και αρχίζει να φέρνει στο γνωστικό επίπεδο το γεγονός αυτής της μη αναστρεψιμότητας. Μέχρι να το κατακτήσει όμως αυτό, ο άνθρωπος φαίνεται να μένει στάσιμος, σα να μη μπορεί να προχωρήσει την ζωή του αλλιώς.

Η συνειδητοποίηση της μη αναστρεψιμότητας και η άμεση επαφή με τα συναισθήματα πόνου, στεναχώριας και βαθιάς θλίψης παίρνουν μορφή.  Εδώ λοιπόν έχουμε την έντονη παρουσία καταθλιπτικών συμπτωμάτων. Η κατατονία, η απόσυρση και οι διαταραχές ύπνου σε αυτή την φάση είναι κυρίαρχες και αν εκδηλώνεται όλο αυτό το συναίσθημα με κλάμα, το υποδεχόμαστε ως πολύ χρήσιμο διότι βοηθάει στην αποφόρτιση και στην ανακούφιση, άρα ως μια μορφή εκτόνωσης και έκφρασης. Σταδιακά, ακουμπώντας τα συναισθήματά του θα αρχίσει να κατανοεί τι νιώθει και έτσι θα πάψει και να φοβάται. Βέβαια, εδώ φαίνεται και έντονα η ανάγκη να κρατήσει την σύνδεσή του με τον εκλιπόντα και να μην τον «προδώσει» ξεχνώντας τον. Έτσι, μπορεί να νιώθει την ανάγκη να κάνει πράγματα που έκαναν μόνο μαζί, να μιλάει γι΄αυτόν συνέχεια κ.α. και όλα τα διαδικαστικά θέματα που θα πρέπει να ασχοληθεί, στην παρούσα φάση μοιάζουν ως «γιατρικό» το οποίο τον απομακρύνει από τον έντονο πόνο.

Όταν φτάσει στην αποδοχή, έχει ξεκάθαρη την αντίληψη ότι δεν μπορεί να αλλάξει την κατάσταση. Παύει να ελπίζει σε θαύμα για τον γυρισμό του άλλου ή να δίνει τροφή στην διαίσθησή του πως κάτι θα αλλάξει «μαγικά». Έτσι σταδιακά διαμορφώνει και την στάση του με λειτουργικό πλέον τρόπο, ανταποκρινόμενος στις υποχρεώσεις του και στην καθημερινότητά του αποφασίζοντας να ανασυγκροτηθεί και να συνεχίσει να ζει και να οραματίζεται το μέλλον του, με τα νέα δεδομένα.

Η αίσθηση του θα τον ξεχάσω και με αυτό τον τρόπο θα τον προδώσω τώρα αντικαταστάται από το τι αν έκανα θα ήταν περήφανος για εμένα και πως μπορώ να κρατήσω όλες τις μνήμες με ωραίο τρόπο ώστε να μην υποφέρω άλλο.  

Παιδί & πένθος

Στα παιδιά έχουμε μια διαφοροποίηση σχετικά με την ηλικία του καθενός και ακολούθως με την αντιληπτική του ικανότητα, την σχέση που είχε με το πρόσωπο, την ωριμότητά του και φυσικά με τις αντιδράσεις του περίγυρού του. Έτσι, αναμένουμε διαφορετικές αντιδράσεις σε ένα παιδί των 3 ετών, σε ένα των 6-9, σε 12χρονα και στους εφήβους.

Αυτό που είναι καθοριστικής σημασίας ωστόσο σε όλες τις ηλικίες είναι να μπορώ να ανταποκριθώ στις ερωτήσεις του με γνώμονα όσα μπορεί να επεξεργαστεί και όσα μπορεί να αντέξει βάσει της αλήθειας και αν δεν έχω γνώση για κάτι να αναζητήσω βοήθεια και υποστήριξη, διότι αλλιώς μπορεί να εκθέσω το παιδί σε κινδύνους.

Η λύπη, οι έντονες σκέψεις, ο θυμός που κρύβει και φόβο, ο πόνος είναι φάσεις που περνάει επίσης ένα παιδί, όμως η δημιουργία ενός περιβάλλοντος υποστήριξης και κατανόησης χωρίς επίκριση και χωρίς πίεση για έκφραση είναι αυτό που θα το βοηθήσει να φτάσει στην αποδοχή του γεγονότος. Εξαιρετικής σημασίας φυσικά είναι και η δημιουργία αίσθησης ασφάλειας για το ίδιο. Ενός περιβάλλοντος όπου πάντα έχει δίπλα του κάποιον για να του δείχνει αμέριστη αγάπη και φροντίδα απενεχοποιώντας το από τυχόν ενοχικές σκέψεις. Επίσης, είναι σημαντικό να πάρουμε την άδεια του για να παρευρεθεί ή όχι στο μυστήριο και στις άλλες τελετουργίες χωρίς καμία πίεση και να είμαστε έτοιμοι να απαντάμε με ειλικρίνεια σε ερωτήματα όπως «θα πεθάνεις και εσύ;», με αγάπη, εκφράζοντας παράλληλα και τις δικές μας ανησυχίες, χωρίς φόβο. Τέλος, η ενθάρρυνση για συζητήσεις και μνήμες με τον εκλιπόντα είναι σημαντικό να ενθαρρύνονται για να νιώθει πως μπορεί να συνδεθεί όποτε το ίδιο επιθυμεί μαζί του. Σε αυτό, βοηθάει επίσης και το να επιλέξει κάποια πράγματα ως ενθύμια που μπορεί να φυλάξει μόνο για το ίδιο.

Όπως γίνεται αντιληπτό, το πένθος είναι μια προσωπική διεργασία του κάθε ατόμου. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχουν ούτε συγκεκριμένα σχεδιαγράμματα ούτε πλαίσια τα οποία αν υπερβεί κάποιος θεωρείται ασθενής. Αυτό όμως που έχει σημασία είναι αν η αίσθηση του «βυθίσματος», του αβοήθητου και η συνεχής ενασχόληση με την απώλεια επιμένουν και μας κρατάνε στάσιμους σε σημείο που δεν αντέχουμε, καλό θα ήταν να αναζητήσουμε επαγγελματική βοήθεια από ειδικούς ψυχικής υγείας.

Σχόλια

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *